Μονιμότητα: Οι λίμνες είναι συνήθως μόνιμες υδάτινες μάζες, όχι προσωρινές. Αυτό σημαίνει ότι συνήθως δεν στεγνώνουν εντελώς κατά τη διάρκεια του έτους. Ωστόσο, υπάρχουν προσωρινές λίμνες και είναι γνωστές με διάφορα ονόματα, όπως λίμνες playa ή εαρινή πισίνα.
Ακτογραμμή: Οι λίμνες έχουν ακτογραμμές που είναι σαφώς καθορισμένες. Αυτό σημαίνει ότι η άκρη του νερού μπορεί εύκολα να διακριθεί από τη στεριά. Αντίθετα, οι ακτές των θαλασσών και των ωκεανών είναι συχνά σταδιακές, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον προσδιορισμό πού τελειώνει το νερό και πού αρχίζει η ξηρά.
Κυκλοφορία: Οι λίμνες έχουν κάποιο βαθμό κυκλοφορίας νερού. Αυτό σημαίνει ότι το νερό κινείται μέσα στη λίμνη, αντί να παραμένει στάσιμο. Η κυκλοφορία του νερού είναι σημαντική για την πρόληψη της μόλυνσης ή του ευτροφισμού των λιμνών.
Βάθος: Οι λίμνες μπορεί να είναι τόσο ρηχές όσο και βαθιές. Μερικές λίμνες έχουν βάθος μόνο λίγα πόδια, ενώ άλλες μπορεί να έχουν βάθος εκατοντάδων ή και χιλιάδων ποδιών. Οι βαθιές λίμνες βρίσκονται συνήθως σε ορεινές ή παγετώδεις περιοχές.
Κάτω υπόστρωμα: Το υπόστρωμα στον πυθμένα των λιμνών μπορεί να ποικίλλει σημαντικά. Μπορεί να αποτελείται από άμμο, λάσπη, άργιλο, πέτρες ή ακόμα και οργανική ύλη. Το υπόστρωμα του πυθμένα μπορεί να έχει αντίκτυπο στην ποιότητα του νερού και στους τύπους φυτών και ζώων που μπορούν να ζουν στη λίμνη.