* ῥήτωρ (rhētor) - ρήτορας, δημόσιος ομιλητής
* ῥῆμα (rhēma) - λέξη, ρητό, εκφορά
* ῥόδον (rhodon) - τριαντάφυλλο
* ῥυθμός (ρυθμός) - ρυθμός, μέτρο
* ῥήγνυμι (rhēgnumi) - σπάω, σκάω, σπάω
* ῥέω (rheō) - ρέω, ρέω, τρέχω
* ῥίζα (rhiza) - ρίζα
* ῥάπτω (rhaptō) - ράβω, ράβω, επιδιορθώνω