Καθολική κυριαρχία: Σε αντίθεση με άλλες αποικίες του Νέου Κόσμου, το Μέριλαντ είχε σημαντικό Καθολικό πληθυσμό στα πρώτα του χρόνια. Ο πρώτος κυβερνήτης, Leonard Calvert, και πολλοί επιφανείς γαιοκτήμονες και αξιωματούχοι ήταν Καθολικοί. Αυτή η καθολική επιρροή διαμόρφωσε τον πολιτισμό της αποικίας και συνέβαλε στη φήμη της για θρησκευτική ανοχή. Ωστόσο, καθώς έφτασαν περισσότεροι Προτεστάντες έποικοι, δημιουργήθηκαν εντάσεις μεταξύ της καθολικής και της προτεσταντικής κοινότητας.
Οικονομική διαφοροποίηση: Η οικονομία του Μέριλαντ ήταν πιο ποικιλόμορφη από αυτή πολλών άλλων αποικιών. Ενώ ο καπνός ήταν η κύρια εξαγωγή, η αποικία παρήγαγε επίσης άλλα γεωργικά προϊόντα όπως σιτάρι, καλαμπόκι και ζώα. Αυτή η διαφοροποίηση βοήθησε την οικονομία του Μέριλαντ να αντιμετωπίσει τις διακυμάνσεις στην αγορά καπνού.
Εμπόριο με τους ιθαγενείς Αμερικανούς: Η αποικία δημιούργησε καλές σχέσεις με τις ντόπιες φυλές των ιθαγενών της Αμερικής, γεγονός που διευκόλυνε το εμπόριο και τις πολιτιστικές ανταλλαγές. Αυτή η σχέση παρείχε πρόσβαση σε πολύτιμους πόρους και βοήθησε στη διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή.
Αντιπροσωπευτική κυβέρνηση: Το Μέριλαντ ήταν ένα πρώιμο παράδειγμα αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στη Βόρεια Αμερική. Το 1635, ιδρύθηκε η αποικιακή συνέλευση, γνωστή ως Συνέλευση του Μέριλαντ. Η συνέλευση αποτελούνταν από εκλεγμένους αντιπροσώπους από κάθε κομητεία και είχε την εξουσία να θεσπίζει νόμους και να επιβάλλει φόρους. Αυτό επέτρεψε στην αποικία να έχει φωνή στη διακυβέρνησή της και συνέβαλε σε μια αίσθηση αυτοδιάθεσης.