Παλαιό Βασίλειο (2700-2200 π.Χ.): Κατά τη διάρκεια του Παλαιού Βασιλείου, η Αίγυπτος ήταν μια από τις πιο πολυπληθέστερες περιοχές του κόσμου, με εκτιμώμενο πληθυσμό περίπου 1 έως 2 εκατομμυρίων ανθρώπων. Η κατασκευή των πυραμίδων και άλλων μνημειώδεις δομές απαιτούσε ένα μεγάλο εργατικό δυναμικό, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του πληθυσμού.
Μεσαίο βασίλειο (2050-1650 π.Χ.): Ο πληθυσμός συνέχισε να αυξάνεται κατά τη διάρκεια του Μεσαίου Βασιλείου, με εκτιμήσεις που υποδηλώνουν πληθυσμό περίπου 2 έως 3 εκατομμυρίων ανθρώπων. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε από γεωργικές εξελίξεις, αυξημένο εμπόριο και ανάπτυξη αστικών κέντρων, η οποία συνέβαλε στην αύξηση του πληθυσμού.
Νέο βασίλειο (1550-1070 π.Χ.): Το νέο βασίλειο ήταν η κορυφή του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού, με πληθυσμό που εκτιμάται ότι έφτασε περίπου 4 έως 5 εκατομμύρια ανθρώπους. Η ανάπτυξη αυτή οφείλεται σε παράγοντες όπως οι στρατιωτικές κατακτήσεις, η εδαφική επέκταση και η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Η κατασκευή μεγάλων ναών και μνημείων, καθώς και η ανάπτυξη εκτεταμένων συστημάτων άρδευσης, υποστήριξε περαιτέρω την αύξηση του πληθυσμού.
καθυστερημένη περίοδος (664-332 π.Χ.): Κατά τη διάρκεια της καθυστερημένης περιόδου, η Αίγυπτος γνώρισε αρκετές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις, οδηγώντας σε διακυμάνσεις του πληθυσμού. Ο πληθυσμός εκτιμάται ότι κυμαίνεται μεταξύ 3 έως 4 εκατομμυρίων ανθρώπων, με περιόδους παρακμής και ανάκαμψης.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτές οι εκτιμήσεις πληθυσμού βασίζονται σε ιστορικούς λογαριασμούς, αρχαιολογικά στοιχεία και δημογραφικά μοντέλα και υπάρχει κάποια αβεβαιότητα που συνδέεται με αυτά τα στοιχεία.